HΧΟΤΟΠΙΑκαρδιά – μηχανή

(kymatic, κασσέτα)

Πρόκειται ουσιαστικά για δυο θέματα , με τρια μέρη το καθένα (καρδιά Ι,ΙΙ,ΙΙΙ και μηχανή Ι,ΙΙ,ΙΙΙ) ένα σε κάθε πλευρά. Το καρδιά ξεκινά αργόσυρτα με ένα επαναλαμβανόμενο καρδιακό γδούπο και χτίζει πάνω σε μια ελεκτρο ατμόσφαιρα, με έντονη 80΄ς αισθητική. Σταδιακά, ελεκτρο σήκουενς και αρπετζιος κάνουν το περασμά τους, εμπλουτίζοντας την εν λόγω ατμόσφαιρα και η πλευρά κλείνει με μια έντονη διάθεση για περπάτημα στα ηχοτοπία που έχουν μόλις ανοιχτεί μπροστά σου. Έχεις οπότε την επιλογή είτε να ξεψαχνίσεις την κασσετοδισκοθήκη σου για ξεχασμένα κεντροευρωπιακά αντεργκράουντ ελέκτρο διαμάντια, ή -κάτι που σημειωτέον θεωρείται ως η πλέον ισσοροπημένη αντίδραση- να γυρίσεις πλευρά. Πράγμα που, σε πείσμα διαφόρων ιδιοσυγκρασιακών στοιχείων, έκανα. Το τοπίο εδώ είναι πιο βιομηχανικό και εισέρχεσαι σταδιακά σε δαύτο με ήχους και θορύβους και λίγο μετά με συμπαγείς μπασσογραμμές, κάποιες πιο ηλέκτρο και κάποιες πιο ιντάστριαλ, α, για δες, ωραία είναι και εδώ για περπάτημα, συλλογιέσαι, αχανείς αίθουσες εγκατελλειμένα μηχανήματα, αλλά καθαρό πάτωμα, απουσία σκουπιδιών, ποιος να το συντηρεί άραγε; Ξενερώνεις βέβαια κάπως που λίγο μετά φτάνεις σε κάτι σαν κλαμπ, γιαυτό τόση καθαριότητα, καθώς ο ήχος στο μηχανή ΙΙΙ έχει γίνει ξεκάθαρα πιο ντανς και κάπως προβλέψιμος. Έτσι η κασσέτα κλείνει με έναν κάπως αναντίστοιχο με την υπόλοιπη ατμόσφαιρα τρόπο. Μπορεί η ομορφιά του ταξιδιού να ματαιωθεί απο ένα μάλλον τετριμμένο προορισμό; Ή μάλλον, δεν είναι κρίμα να χρειάζεται να πατήσεις το fast forward για να διατηρήσεις την αίσθητική κομψότητα και ομορφιά αυτής της κυκλοφορίας;

Κ.Ν.Ν.Τ.

(krapp, κασσέτα)

Οι KNNT είναι ένα ντουέτο ντραμς/συνθς απο τη βόρεια μακεδονία (η αλήθεια είναι ότι η χρήση του σκέτου μακεδονία, μπορεί να τη σπάει σε εθνικοβλαμμένους και συντηρητικούς, αλλά προκαλεί ένα κάποιο μπέρδεμα). Ένα κομμάτι ανα πλευρά, το epicenter στη μια, είναι ένα πολύ ωραίο doom/hardcore θέμα, σε λαιβ ηχογράφηση, η οποία εντείνει την επιθυμία να το άκουγες λάιβ αντι απο τα ηχεία σου. Αυτό επίσης που προσδίδει μια εξτρα ιδιαιτερότητα στη μπάντα αυτή, είναι ότι το συνθ είναι παιγμένο τόσο γρήγορα και νευρικά που έχεις την εντύπωση ότι ακούς κιθάρες με παραμόρφωση. Το δεύτερο κομμάτι είναι κάπως πιο πειραματικό θορυβικό και όχι τόσο ενδιαφέρον. Συνολικά μια πολύ καλή κυκλοφορία που σε κάνει να θες να ψάξεις και άλλες δουλειές τους.

Krappstapes.bandcamp.com

ANASTASIA AX/ LASSE MARHAUG – objects to be destroyed

(rekem – κασσέτα)

Οι ήχοι που συνοδεύουν απ΄ο,τι κατάλαβα την παράσταση/κινηματογράφηση objects to be destroyed. Η αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιες κυκλοφορίες δεν με προδιαθέτουν θετικά. Συνήθως η μουσική που συνοδεύει μια λαιβ περφόρμανς, ακούγεται βαρετή και άουτ οφ κοντεξτ, απο τα ηχεία του σπιτιού σου, έχει νόημα αρχειακό δηλαδή κυρίως και όχι αισθητικό. Απο αυτή την άποψη, αυτή η κυκλοφορία μάλλον με εξέπληξε. Η πρώτη πλευρά ακολουθεί την ίδια περίπου φόρμα σε όλη τη διαρκειά της: ρυθμικοί κρότοι και θορυβικές επιθέσεις, πετάλια που αμολάνε παρατεταμένες τσιρίδες, μικροφωνισμοί και κάθε τόσο οπι κρότοι που κάπως πειθαρχούν το όλο αποτέλεσμα. Η δεύετρη πλευρά δομείται περισσότερο γύρω απο τους βόμβους και τους υψιλόσυχνους θορύβους. Το τοπίο παραμένει παγωμένο και κάπως στατικό. Είχα και αρκετά χρόνια να ακούσω κάποια δουλειά του Marhaug και γενικά νορβηγικού και πάλαι ποτέ αγαπημένου, noise και, ενάντια στις αρχικές μου αναμονές, η όλη ακρόαση ήταν μια ευχάριστη δε θα το λεγες, αλλά αξιόλογη, ας το πούμε έτσι, εμπειρία.

Rekem.org

SHAAN – notes from a peculiar time in space

(modern tapes, κασσέτα)

Η ηχητική προσέγγιση της Shaan (πάντσεβο, σερβία) συνίσταται σε χαλαρά, σχεδόν αφηρημένα ρυθμικά τοπία πάνω στα οποία ξεχύνονται ήχοι άλλοτε σαν υποταομικά σωματίδια, άλλοτε σαν λόου μπάτζετ εφιάλτες. Το όλο κλίμα ισσοροπεί ή μάλλον παραπέει ανάμεσα σε αυτό μιας αίθουσας τεχνης και ενός υπογείου στην έναρξη ενός φρη τέκνο πάρτυ. Οι κάπως λόου φάι ήχοι εμπλέκονται ρυθμικά μεταξύ τους μέσα σε ένα επιστημονικοφανταστικό τοππίο, δημιουργόντας ένα κάποιου είδους ηρεμίας σε ένα ταραγμένο μυαλό, ή μια αίθηση ταραχής σε ένα ήμερο, κάτι που δεν είναι το ένα και το αυτό, αλλά αυτό απαιτεί μεγάλη ποσότητα λέξεων για να επεκταθώ, και ο μεν ψηφιακός χώρος απέραντος, ο δε βίος βραχύς, για να μην πούμε και για την ανθρώπινη συγκέντρωση στον καιρό των ψηφιακών μήντια, ας αφήσω λοιπόν την παραπάνω δήλωση να πλανάται μετέωρη, σαν τους ήχους της shaan στο κλείσιμο της πλευράς. Ρυθμικός μετεωρισμός, να ένας πιο λιτός τρόπος περιγραφής.

moderntapes.com

COLDSORE / CONCRETE/FIELD – losing round (tape)

selfpublished

Οι Concrete/Field ενώνουν τα μεταβιομηχανικά τους τοπία με τον coldsore, τιτλοφορώντας πανομοιοτύπως το όλο αποτέλεσμα: losing ground. Ο coldsore σε στέλνει να παριπλανηθείς σε απο καιρό εγκατελλειμένα εργοστασιακά κτίσματα. Κάποια δέντρα έχουν αρχίσει να ειχωρούν μέσα απο τους τείχους, αράνχες έχουν κατασκευάσει τεράστιους ιστούς στα σπασμένα τζάμια, το νερό με τη μορφή σωρευμένης υγρασίας κυλάει απο κάποια μισογκρεμισμένη στέγη, κάτι σε ωθεί να συνεχίσεις την περιπλάνηση μέσα απο μισογκρεμισμένες κολώνες και ημισκότεινους χώρους, και όταν εμφανίζονται μπροστά σου οι πρώτες μηχανές δεν εκπλήσσεσαι, να τι σε ωθούσε να συνεχίσεις, είναι τεράστιες, κάπως παλαιακές και δονούνται, ένας προθάλαμος για μια μικρή μετατεχνολογική αποκάλυψη, κάτι τέτοιο θα ευελπιστούσε ένας ευφάνταστος και αισιόδοξος ταξιδιώτης/ακροατής τουλάχιστον, ο οποίος όμως θα βίωνε μια ελαφριά απογοήτευση, διότι πέραν των δονούμενων μηχανών δεν υπάρχει παρά αάδειος χώρος που καταλήγει σε ένα τούβλινο τείχο. Την επόμενη φορά θα είσαι πιο προετοιμασμένος, κρατάμε λοιπόν την επιθιυμία για επόμενη φορά, κάτι μπου δε μπορεί να το ισχυριστείθ ειλικρινώς και ανερυθριάστως κανείς για ένα μεγάλο τμήμα των μουσικών κυκλοφοριών.

Οι concrete/field κινούνται κάπως πιο αφαιρετικά στη δικιά τους εκδοχή του losing ground. Δυο filed rec λούπες αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία προστίθενται ήχοι και μικρές παραλλαγές στις λούπες. Και έτσι συνεχίζεται η κατάσταση χωρίς συνταρακτικά γεγονότα, μέχρι και το τέλος της πλευράς. Σαν τη ζωή ένα πράγμα.

http://coldsore-sound.tumblr.com

YIORGIS SAKELLARIOU – Stikhiya tape

Cronica

Οι προσεκτοί και τακτικοί αναγνώστες θα έχουν ήδη αναγνωρίσει ότι όλα τα μέχρι τώρα ρηβιούς αφορούν κασσέτες λές και διαβάζουν το “the hipster monthly of cool things”. Αυτό συμβαίνει γιατί όντως όλα τα καινούργια πραγματα που έφτασαν στα χέρια μου τους τελευταίους μήνες είναι σε κασσέτα. Ίσως μιλήσω εκτενεστέρως για αυτό στο μέλλον, να ξεκαθαρίσω ωστόσο ότι ανήκω στη γενιά του τέηπ τρέηντινγκ και οι πρώτες μου κυκλοφορίες σε κασσέτα ήταν και εκτιμώ και την αισθητική της, αν και η κασσέτα με το κλασσικό πλαστικό κάλυμμα, μπορεί να είναι το ίδιο άσχημη με ένα σιντι και αν επιλέγαμε την αισθητική ως πρώτιστο μέλημα θα περίμενε κανείς ότι θα κυριαρχοιύσαν τα mini disc, ή έστω τα mini cd, πλην όμως είναι αμφοτέρως ξεχασμένα, ωστόσο, ας μιλήσουμε ειλικρινά, ακούγονται μάπα σε σχέση με το σιντιαρ, είναι ευπαθείς, αντιγράφονται δύσκολα, έχουν σειριακή αναζήτηση, μια εποχή που ποδοπαταέι καθημερινά την αισθητική και την ενσυνείδητη σχέση με τον κόσμο χάριν της ευκολίας, που προτιμά να τουιτάρει απο το να συζητά ή να αλληλογραφεί, δε μπορεί να μας πείσει ότι αίφνης την έπιασε ο πόνος για το φυσικό και το ανθρώπινο και τα σημάδια απο το πέρασμα του χρόνου, όχι, η κασσέτα σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό είναι μια χιπστεριά, ούτως ή άλλως οι περισσότεροι την αγοράζουν ως τόκεν της κυκλοφορίας, ακούνε τη μουσική απο τον υπολογιστή τους, όπως και κάθε άλλη μουσική, με τη χρήση του νταουνλοντ κοντ, ίσως να αγόραζαν την κυκλοφορία ακόμα και σε ένα εντελώς ανυπόστατο φορματ, σε δίσκο φωνογράφου για παράδειγμα, με άλλα λόγια σε αρκετές περιπτώσεις η κασσέτα είναι ο εξευγενισμός του εμ πι θρη και ουδόλως το ξεπερασμά του.

Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις κυκλοφοριών, όπου η σειριακότητα και η ηχητική παλέτα της κασσέτας, κολλάνε με τη μουσική, αλλά αφενός καθότι η παρούσα κυκλοφορία δεν είναι μια απο αυτές και αφετέρου είναι λίγο άδικο να σφετεριστώ περαιτέρω το χώρο του ρηβιού του γιώργη, για να θεωρητικολογήσω, ας περάσουμε στην ίδια την κυκλοφορία.

Που είναι στην πορτογαλλέζικη, αν δεν κάνω λάθος, cronicaelectronica, είχε πάντα αξιόλογες κυκλοφορίες αυτή η εταιρεία και πιθανότατα οκ τύπους που την έτρεχαν, το ξέρω αυτό γιατί όταν κυκλοφορούσα ένα σιντι για τον επονείδιστο νόβι σαντ, καθότι όλοι κάνουμε λάθη και στο κάτω κάτω αν και το τύπωσα και το πλήρωσα, δεν το διένειμα ποτέ, επιλέγοντας ασυνείδητα ίσως το φέσι ως μια αυτοτιμωρία, για ένα διάστημα σκέφτηκα να χαρίζω τα σιντι ως απωθητικό περιστεριών, αλλά εν τέλει απλά αποφάσισα να τα παραχώσω στα έγκατα της ντουλάπας, ενώ λοιπόν ήταν να παραλάβω τις κόπιες, μαθαίνω ότι ο νόβι σαντ μέσα στην παροιμιώδη και γυμνά πελλοπονησιακή του μεγαλομανία και καφροπαραφροσύνη, είχε στείλει ακριβώς την ίδια κυκλοφορία στην κρονικα η οποία ετοιμαζόταν να την κυκλοφορήσει, χωρίς καμμία απο τις δυο εταιρείες να ξέρει τίποτε, πρέπει να του το αναγνωρίσεις αυτό του νόβι σαντ, τέτοιες καφρίλες θέλουν μια κάποια καπατσοσύνη, οι τύποι λοιπόν απο την cronica, δε μπορούσαν να το πιστέψουν με τίποτε όταν επικοινώνησα μαζί τους, δεν είχαν περάσει φαίνεται ποτέ τους απο τον πύργο ηλείας, το θεωρούσαν αδιανόητο να κάνει κάποιος κάτι τέτοιο, ακύρωσαν εννοείται την κυκλοφορία, κράτησαν με λίγα λόγια σωστή στάση, σόρρυ.

Αδιόρθωτος. Ωρες ώρες αγανακτώ και εγώ ο ίδιος με τον εαυτό μου.

Πάμε πάλι. Καθώς λοιπόν ο Γιώργης με σύστηνε όλο ενθουσιασμό στη συζυγό του, ανέφερε ότι είμαι ο τύπος που σε ένα ρηβιού για μια κυκλοφορία του, την είχα περιγράψει “σαν τον ήχο μιας κλανιάς, αλλά με λιγότερο ενδιαφέρον”, στα αγγλικά κιόλας, μου έκανε εντύπωση ότι είχα γράψει κάτι τέτοιο, όχι γιατί δε συνάδει με την εκφραστική μου παλέτα, αλλά γιατί πάντα μου άρεσε η μουσική του, πιστεύω ότι απλά περιέγραφα ένα ηχητικό της τμήμα και όχι την κυκλοφορία στο συνολό της, απο την άλλη ποιος ξέρει που και γιατί είχα γράψει αυτό το ρηβιού, όταν πράττεις ατάκτως και πολυλογαδερώς, υπάρχει πάντα η αμήχανη στιγμή που συναντάς μια πράξη σου και πρέπει να προσποιηθείτε ότι δε γνωρίζεστε.

Θα προσπαθήσω λοιπόν να είμαι συγκεντρωμένος και σοβαρός σ΄αυτό το ρηβιού.

Έχει δυο κομμάτια, σωστά μαντέψατε, ένα σε κάθε πλευρά. Stikhiya pti και ptii. Αμφότερα στηρίζονται στις ηχογραφήσεις τοπίου, και δη βιομηχανικού, κρίνοντας απο το ύφος και τη χροιά των ηχογραφήσεων. Το pti –αν αντιστοιχώ σωστά τα δυο παρτς με τις αντίστοιχες πλευρές της κασσέτας- είναι στημένο με αρκετή συνθετική δεξιοτεχνία, η ηχητική ροή διέπεται απο μια κομψότητα και απο μια αφηγηματικότητα η οποία μοιάζει να αποκρυσταλλώνεται σε ένα επαναληπτικό μοτίβο βιομηχανικών κρότων, κάπου προς το τέλος της πλευράς, το οποίο δίνει μια σκληρή, ιντάστριαλ αίσθηση, με έκανε να θυμηθώ το όλο μουσικό κλίμα στα πρώτα φεστιβαλ του μηχανουργείου που στήναμε εκείνα τα μακρυνά χρόνια, κάτι που αναπόφευκτα με έκανε να αντιληφθώ τη συνέχεια μέχρι το τέλος της πλευράς ως αποκλιμάκωση. Στο ptii υπάρχει η ίδια συνθετική δεξιοτεχνία, μόνο που το κλίμα είναι ελαφρώς πιο σκοτεινό και η αφήγηση λιγότερο έκδηλη, κινείται σε πιο κονκρητ μονοπάτια, ίσως να απαιτεί περισσότερη συγκέντρωση, ή την πλήρη απουσία της, θα μπορούσε να περιγραφεί και ως abstract industrial. Δεν είναι ακριβώς μουσική ένδυσης ή συνοδείας, αλλά ούτε και ένα αυτοτελές τοπίο. Η παράθεση απο τον tolstoy “…i found it easier to free myself from the temptation of futile theorizing” στο ένθετο της κασσέτας, δε βοηθά στην αποσαφήνιση. Θα παραμείνει οπότε κοντα στο κασσετόφωνο για περαιτέρω εμβάθυνση. Α, και όχι, το διαρκές φύσημα της κασσέτας δεν προσδίδει τίποτε στην όλη μουσική αφήγηση, είναι απλά ελαφρά ενοχλητικό.

cronicaelectronica.org

GEORGIOS KARAMANOLAKIS – Sacred Path (tape)

Coherent States

Ίσως να επιστρέψουμε ξανά στη γη, δηλώνει το, άψογα τυπωμένο, εξαιρετικής αισθητικής ένθετο βιβλιαράκι με ασπρόμαυρες φωτο και abstact art, που σε συνδυασμό με τη φωτο του εξωφύλλου και τους τίτλους των κομμάτιών (children of the gods, return to the stars) παραπέμπει κάπου ανάμεσα σε μια 60ς sci-fi αισθητική και, λυπάμαι που θα γίνω ωμός, στον έριχ φον ντάινεκεν. Όσο για την ίδια τη μουσική . και αυτή κατά κάποιο τρόπο συγκεράζει ένα μυστικισμό, νταινεκικού τύπου μεν εν μέρει, αλλά συμπαθητικού, με μια sci fi προσέγγιση, sci fi όμως παλαιάς κοπής πριν αυτή ανάγει τη δυστοπία σε κυρίαρχο μοτίβο της, όταν ακόμη η εξερεύνηση του διαστήματος και τα μυστήρια της ζωής σε άλλους πλανήτες διέγειραν τη φαντασία και δεν προκαλούσαν απλά το ανασήκωμα ενός φρυδιού. Μουσική για να κλείσεις τα μάτια σου ή να τα βυθίσεις σε εικόνες όπως αυτές του ένθετου ή σε στατικούς ανοιχτούς ορίζοντες. Η σκοτεινιά και το μυστηριακό ενυπάρχει σε μεγάλο βαθμό στη ροή της, φωνές απο τέηπς αναμιγνύονται με ένα σκοτεινό εξελισσόμενο ambient, που ντύνει αλλόκοτα τοπία. Αυτό σε ό,τι αφορά την την πρώτη πλευρά με τους νιου έιτζ τίτλους (sacred path, mortal path). Η β πλευρά με τους νταινεκικούς τίτλους (children of the gods, return to the stars), ξεκινά πιο θορυβικά, σε καμμιά περίπτωση harsh, πιο ambient noise, μια κάπως πακτωμένη συνύπαρξη ηλεκτρονικών, που δένουν μεταξύ τους και κρατούνται στη θέση τους με μπόλικο ρηβέρμπ, σαν ήχοι απο πελώρια 50ς sci fi συνθεσάιζερς, σε εργαστήρια με βρώμικους τοίχους, με τους επιστήμονες που τα χειρίζονται να έχουν καταναλώσει κάποια ουσία ιδιοπαρασκευής, που ενώ προοριζόταν για ψυχεδελική, είναι απλά καταταστροφική για τον εγκέφαλο και εσύ περίλυπος τους παρακολουθείς να βυθίζονται στην ασυναρτησία. Και εδώ κάτι ελαφρά ανησυχητικό κινείται στο μουσικό υπόστρωμα, αλλά στο συνολό της αυτή η πλευρά δίνει την αίσθηση ότι θα λειτουργούσε καλύτερα ως σαιντ Α να ήταν δηλαδή η εισαγωγή και όχι το τελείωμα της ακρόασης, απο την άλλη η κασσέτα σου δίνει πανεύκολα αυτήτη δυνατότητα να ξεκινήσεις απο διαφορετική πλευρά. Ή και να την παραλείψεις ολότελα.

coherentstates.com

GIANFRANCO SANGUINETTI – Το Μουνάκι. Χθές και Σήμερα (μπροσούρα 76 σελ.)

bibliotheque du temps perdu

Γραμμένο το 2004, πολυ πριν το διανοητικό στραμπούλιγμα της έμφυλης θεωρίας γίνει κοινός τόπος στην ευρωπαική σκέψη, το μουνάκι ξεκινά απο μια πραγματία περί του αιδοίου, για να εκτραπεί πολύ σύντομα σε μια κριτική στο νεοπουριτανισμό και το πολίτικαλ κορρέκτ. Ο Σανγκουινέττι απ΄ό,τι φαίνεται δε σταμάτησε ποτέ να βλέπει τον κόσμο με τα μάτια ενός καταστασιακού – αυτό προσδίδει στην κριτική του τόσο εμβρίθεια όσο και μεγαλοστομία, τα δυο κυρίαρχα χαρακτηριστικά του καταστασιακού λόγου. Εντοπίζει πολύ σωστά τη σύγχρονη ηθική στο κέρδος, παρατηρώντας πως “ ακόμα και η πιο ελεύθερη και ανέξοδη απ΄όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, η μαλακία, δεν ξεφέυγει πια απο τους νόμους της αγοράς”, αγγίζει όμως τα όρια της υπερβολής γράφοντας πως “εαν την πέσει κανείς … σε ένα κορίτσι στο δρόμο … θεωρείται σαν το κλέφτη … μπορεί να τον κατηγορήσει για σεξουαλική παρενόχληση”: η αυξημένη υστερία με τη σεξουαλική παρενόχληση έχει όντως να κάνει με τη νεοφιλελέ πραγμοποίηση του σώματος, τη θεώρηση του εαυτού ως ιδιωτική επένδυση που οφείλει να ανατισταθεί στους διάφορους καταπατητές και τζαμπατζήδες. Αλλά η κατηγορία για σεξουαλική παρενόχληση είναι ανεξάρτητη απο την αγοραία συναλλαγή – συμβαίνει εξίσου καλά τόσο εντός όσο και εκτός της. Και αν συλλογισμοί όπως “πρόκειται για μια κοινωνία ανάπηρων και ανίκανων που θέλουν να κυριαρχήσουν στον κόσμο και να τον φτιάξουν καθ΄ομοιωσή τους” μπορούν να αποτελέσουν τη βάση μιας κριτικής και συζήτησης (πράγματι, το πολυθρύλητο τραύμα της έμφυλης θεωρίας, προκαλεί σε ένα μεγάλο βαθμό την επιβολή της διανοητικής αναπηρίας ως -αστυνομευούμενης- νόρμας), τίτλοι όπως “οι φεμινίστριες και οι πραγματικές γυναίκες” δεν προσφέρουν παρά απαξίωση για το συγγραφέα τους (ποιες είναι άραγε οι “πραγματικές γυναίκες”; αυτές που ξέρουν να γεννάνε και να μαγειρεύουν;).

Η κριτική του Σανγκουινέττι, εκτείνεται σε όλη τη σύγχρονη εποχή, απασπασματικά μεν, αλλά με μπόλικη διαύγεια δε, εντοπίζοντας μια “άνανδρη και απεχθή τρομοκρατία” στη νεοπουριτανική διαχείριση της παιδικής ηλικίας (και της κατασκευής της) και μια ψυχική παλινδρόμηση στο σύγχρονο άνθρωπο, που επιτρέπει στο κράτος και την αγορά να του συμπεριφέρονται ως κακομαθημένο ανήλικο. Είναι σχεδόν βέβαιο ωστόσο ότι σε ένα μεγάλο βαθμό θα διαβαστεί με όρους οπαδικούς, στα πλαίσια του κυρίαρχου έμφυλου ιδεολογήματος. Σε μια εποχή που η κύρια εκφράστρια του me too, διώκεται ανερυθρίαστα επειδή έστειλε τη γυμνόστηθη φωτογραφία της σε ένα άντρα ο οποίος είχε σχέση και κανείς δε βρίσκει κάτι το βαθιά παράλογο σε όλο αυτό, η κρτική σκέψη σπανίζει όλο και περισσότερο. Μια κοινωνία διανοητικά ανάπηρων που χρειάζονται το κράτος και τους αυστηρούς κανόνες του για να μπορέσουν να συδιαλλαγούν στοιχειωδώς κοινωνικά και ερωτικά μεταξύ τους. Είναι να απορεί κανείς πως τα καταφέρνουν και τρώνε αβοήθητοι.

Στο συνολό του ένα ενδιαφέρων ανάγνωσμα – τίποτε το πραγματικά καινούργιο μεν, αλλά με τόσο βομβαρδισμό διανοητικής καθυστέρησης που ξερνάνε καθημερινά τα νεοφιλελέδικα θινκ τανκς, τέτοιες εδκόσεις είναι αναμφίβολα χρήσιμες, αν μη τι άλλο για κάποια ενδιαφέροντα διανοητικά ντημπέητ – όσο ακόμα ο σύχγρονος άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να τα πραγματοποιήσει.

Η μετάφραση είναι καλή, με αρκετά θέματα στη σύνταξη και στη γενικότερη επιμέλεια ωστόσο. Όμορφο στήσιμο και τυπογραφία.

ΤΟ ΔΙΑΛΥΤΙΚΟ ΝΟ1 (Β5 88 σελ.)

Όπως γράφει και η ίδια η συντακτική ομάδα, στόχος είναι “η κριτική των διαφόρων όψεων των κυρίαρχων σχέσεων και η αυτοκριτική των ταξικών αγώνων …”. Καθαρό στήσιμο, σαν μια συλλογή κειμένων και όχι ένα περιοδικό, με εισαγωγικό σημείωμα στο οποίο παρουσιάζονται επι τροχάδην και τα κείμενα που περιέχει, κάτι που με παραξένεψε, τι διάολο, δε μπορεί κάποιος να το ξεφυλλίσει και να δει τι γράφουν, για ποιο λόγο χρειάζεται να διαβάσει την περιγραφή τους στην εισαγωγή;

Η πολιτική σκοπιά είναι ως επι το πλείστον αυτή του ταξικού ανταγωνισμού. Τα δυο πρώτα κείμενα που καταλαμβάνουν και τις περισσότερες σελίδες του εντύπου, αφορούν την κριτική των πολιτκών ταυτοτήτων. Η κοινή συνισταμένη και των δυο είναι μια μαρξιστική σκοπιά πανω στο αντικείμενο της κριτικής τους. Το πρώτο, της stella polaris, είναι και το πλέον περιεκτικό, καθώς ασχολείται με διάφορες πτυχές και προβληματικές των πολιτικών ταυτοτήτων και τις διάφορες αμερικανιές που παράγονται απο τα σύγχρονα ακαδημαικά ιδρύματα. Στο δεύτερο της eve mitchell, επιχειρείται μια ιστορική ανασκόπηση των θεωριών αυτών και η φεμινιστική προσέγγιση είναι πιο έντονη.

Μια και η πολιτική ταυτοτήτων είναι ιδεολόγημα κυριαρχίας, κάθε κριτική σε δαύτο είναι πολύτιμη. Και τα δυο παραπάνω κείμενα εμπλουτίζουν την κριτική αυτή. Οι ελλείψεις και οι περιορισμοί τους και αναφέρομαι κυρίως στο κείμενο της Polaris που είναι και το πλέον γενικό, έχω την αίσθηση ότι εκπορεύονται απο μια συγκεκριμένη πολιτική θεώρηση: ότι η πατριαρχία ή ο ρατσισμός είναι δομικά στοιχεία του καπιταλισμού. Ένας ισχυρισμός που αρκεί μια απλή εθνολογική/ανθρωπολογική αναζήτηση για να καταρριφθεί. Ο καπιταλισμός μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει μια χαρά και να είναι εξίσου καταστροφικός, όντας φυλετικά και διαθεματικά εξισωτικός. Δεν απαιτεί ούτε την πατριαρχία, ούτε την όποια θεώρηση κατωτερότητας κάποιων ανθρώπινων φυλών για να υπάρξει.

Τα υπόλοιπα κείμενα περιλαμβάνουν μια ανασκόπηση των αγώνων στο κέντρο κράτησης του ελληνικού, ένα μάλλον ανέμπνευστο κείμενο για την οικολογία του καπιταλισμού, ένα ποίημα που επίσης προσπέρασα στα γρήγορα και ένα κείμενο για τη ντοκουμέντα που περιλαμβάνει μια εξαιρετικά χρήσιμη ιστορική αναφορά στις εκθέσεις γενικά και τη γενεαλογία τους.

dialytiko@riseup.net

ΤΟ ΜΟΥΝΙ ΜΟΥ ΜΕΣΑ νο 15 (Α4 56 σελ.)

Μπόλικα ευφυολογήματα και κυρίως αλλόκοτα, διαστρεβλωμένα παραμύθια. Τα περισσότερα καταλήγουν σύντομα σε αφανισμό ή καταστροφή των ηρώων τους, το χιούμορ πικρό, η μαυρίλα υφέρπεται παντού, τα σκίτσα λίγα αλλά καλά (μανιατόπουλος γαρ) και μπόλικη αυτοσκατατροφή, ήτοι χαικού εμπνευσμένα απο μικρές αγγελίες.

Πρόσφατα, σε μια κριτική φανζιν, είχα παρατηρήσει ότι στην τελευταία βόλτα μου στο ζιν φεστ, παρατήρησα ότι το ποσοστό των λέξεων στα σύγχρονα φανζιν είναι κατα πολύ μειωμένο σε σχέση με τα φανζιν του ΄90. Και αυτό έχει προφανώς να κάνει με μια περισσότερο διαμεσολαβημένη απο την εικόνα γενιά.

Το Μουνί μου Μέσα δείχνει να΄χει βγει απο περασμένες δεκαετίες. Έχει μπόλικο κείμενο, ορίτζιναλ αισθητική και όχι βίντατζ, προσομείωση δηλαδή μιας παλιότερης -τεχνικά καθορισμένης- αισθητικής, δε μπορώ να πω ότι κάποιο απο τα παραμύθια με φλάσαρε ιδιαίτερα, αλλά το διάβασα με ένα αυξανόμενο μειδίαμα που για κάποιο λόγο παραμένει ενώ γράφω αυτές τις γραμμές.

tomounimoumesa@yahoo.gr

====r.i.p. damcase===